- προκώμιον
- προκώμιον, τό,A prelude sung by a κῶμος, Pi.N.4.11.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
προκώμιον — prelude sung by a neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προκώμιον — τὸ, Α (ποιητ. τ.) προοιμιακό άσμα που άδεται πριν από ύμνο («Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + κῶμος «ωδή» + επίθημα ιον] … Dictionary of Greek